Τα χρόνια της Φραγκοκρατίας


Η ιστορία του Μαγγανιακού, όπως το γνωρίζουμε σήμερα, αρχίζει από τα χρόνια της Φραγκοκρατίας. Ο Φράγκος ιππότης Βιλλεαρδουίνος, το 1204, έπλεε με το στόλο του για τους Αγίους Τόπους. Όταν, κοντά στη Συρία, πληροφορήθηκε ότι Βέλγοι και Ιταλοί κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη, ανέκοψε την πορεία του και έβαλε πλώρη για την Πόλη, θέλοντας να πάρει και αυτός μερίδιο από τη λεηλασία της. Για καλή του, μάλλον, τύχη τον έπιασε σφοδρή κακοκαιρία (φουσκοθαλασσιά) και τον ανάγκασε να βρεθεί στην όμορφη αμμουδιά της Μεθώνης Μεσσηνίας, αντί της Κων/πολης. Με την πείρα που είχε, σαν τυχοδιώκτης θαλασσινός, αντιλήφθηκε αμέσως την ομορφιά και την ευφορία της περιοχής και χωρίς καθυστέρηση βάλθηκε να την καταλάβει. Στην αποφασιστική μάχη που δόθηκε στη θέση Κούντουρου-Ελαιώνας στην περιοχή Μαυροματίου Ιθώμης, νίκησε τους Βυζαντινούς και έγινε κύριος της Μεσσηνίας και τελικά, σε τρία χρόνια, ολόκληρης σχεδόν της Πελοποννήσου.

Ο τόπος μας μεταβλήθηκε τότε σε αποικία γαλλική, της οποίας οι ηγεμόνες βρίσκονταν κάτω από την εξουσία του Γάλλου βασιλιά, και αργότερα κάτω από τους Γάλλους βασιλιάδες του οίκου των Ανζού, που είχαν την έδρα τους στην Νεάπολη της Ιταλίας. Η όμορφη περιοχή του Μαγγανιακού και των γύρω χωριών τράβηξε αμέσως το ενδιαφέρον των Φράγκων, ιδιαίτερα κατά τα χρόνια της ηγεμονίας (1278) της  Ισαβέλλας (Ιζαμπώ). Η Ιζαμπώ γεννήθηκε στην Καλαμάτα με μητέρα Ελληνίδα, την Αγγελίνα, κόρη του Δεσπότη της Ηπείρου Κομνηνού. Από μικρή έμαθε την ελληνική γλώσσα και αγαπούσε πολύ τους Έλληνες. Η κύρια διαμονή της ήταν το πατρογονικό της κάστρο στην Καλαμάτα, το κάστρο της Μεσσήνης (Νησιού), που ήταν χτισμένο στη θέση της σημερινής πανηγυρίστρας και η περιοχή μέχρι το Μαγγανιακό.

Την περιοχή Μαγγανιακού επέλεξε να κατοικήσει και να διοικήσει ο ευγενής Φράγκος Maconico, ο οποίος στη νότια άκρη του σημερινού χωριού, εκατό μέτρα από την αξιόλογη πηγή του χωριού, έχτισε τον πύργο του (Παλιόπυργας), λείψανα του οποίου σώζονται μέχρι σήμερα (σώζονται δύο πλευρές του πύργου με κατεστραμμένο θόλο και άλλα θεμέλια). Στην άκρη του πύργου και επί του χειμάρρου Άμπουλα υπήρχε γέφυρα η οποία συνέδεε, με αξιόλογο δρόμο, την περιοχή Μελιγαλά με την περιοχή Κυπαρισσίας (Αρκαδιάς). Η σύνδεση αυτή αναφέρεται από τα χρόνια της Αρχαίας Ιθώμης, όταν οι Ιθωμίτες, για να επικοινωνούν με την θάλασσα, προτιμούσαν τον ασφαλέστερο δρόμο, μέσω Μαγγανιακού-Κορομηλιάς-Κυπαρισσίας και όχι από την κάτω Μεσσηνία.


Τον Maconico περιστοίχιζαν οι Φράγκοι και οι Έλληνες προύχοντες και ήταν ο απόλυτος ηγεμόνας όλης της περιοχής γύρω από το Μαγγανιακό. Οκτακόσια περίπου μέτρα βορειοδυτικά του σημερινού χωριού, στο βουνό που σήμερα λέμε Παλιόκαστρο, ανοικοδόμησε το κάστρο που βρισκόταν εκεί από τα πιο παλιά χρόνια και μέσα στο κάστρο έφτιαξε σημαντικό οικισμό. Ο οικισμός επεκτεινόταν και έξω από το κάστρο και έφτανε μέχρι τον πύργο του Maconico, και λόγω του πληθυσμού του και της θέσης του δέσποζε σε όλη την περιοχή.



Ο αείμνηστος δάσκαλος Περικλής Κοσμόπουλος μου είχε διηγηθεί ότι κάποιος γνωστός του που  σπούδαζε στην Αμερική, στη βιβλιοθήκη της σχολής του, είχε διαβάσει σε ένα βιβλίο για τη Μεσσηνία στο οποίο το Μαγγανιακό αναφερόταν σαν το μεγαλύτερο κεφαλοχώρι της Κεντρικής Μεσσηνίας. Την ίδια ακριβώς πληροφορία μας έδωσε το καλοκαίρι του 1996 και η εξαίρετη κόρη του συγχωριανού μας Ανδρέα Δ. Καρακαϊδού, Έφη, καθηγήτρια Ισπανικών και απόφοιτος της Σχολής Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου U.C.L.A. της Αμερικής. Μας πληροφόρησε, πως στην βιβλιοθήκη της σχολής της, είχε διαβάσει και αυτή κάποια ιστορία για τη Μεσσηνία, όπου το Μαγγανιακό αναφερόταν σαν το πιο αξιόλογο χωριό της κεντρικής Μεσσηνίας. Την παρακαλέσαμε μάλιστα, όταν επιστρέψει στην Αμερική, να ενδιαφερθεί για το βιβλίο αυτό και αν είναι δυνατόν να μας στείλει μια φωτοτυπία του σχετικού κειμένου, γιατί θα ήταν μια πολύ σπουδαία πληροφορία για την ιστορία του χωριού μας.

Από όλες αυτές τις πληροφορίες συμπεραίνουμε ότι το Μαγγανιακό, κάποια εποχή, ίσως στα χρόνια της πρώτης φραγκοκρατίας (1300-1400) που είχε το ισχυρό τότε κάστρο με τον πύργο του Maconico, μπορεί να υπήρξε πράγματι σημαντικό κεφαλοχώρι της περιοχής και να έπαιξε σπουδαίο ρόλο στα πολιτικά και στρατιωτικά δρώμενα της Μεσσηνίας. H δικαιοδοσία του Maconico έφθανε μέχρι τα σημερινά χωριά Τρίκορφο και Ελληνοκλησιά, και η διοίκησή του, όπως γενικά όλων των Φράγκων ηγεμόνων, μπορεί να χαρακτηρισθεί σαν αρκετά συνετή.

Πολλοί Φράγκοι παντρεύτηκαν Ελληνίδες και οι απόγονοί τους, μιγάδες, οι λεγόμενοι Γασμούλοι, είχαν αρκετά προνόμια και δικαιώματα στην φράγκικη διοίκηση. Τα μεγάλα όμως στρώματα του πληθυσμού τα αποτελούσαν οι φτωχοί Έλληνες χωρικοί, οι Βιλλάνοι, όπως τους έλεγαν οι Φράγκοι, οι οποίοι είχαν λίγη ιδιοκτησία και περισσότερο ασχολούνταν με την καλλιέργεια των μεγάλων κτημάτων των Φράγκων γαιοκτημόνων, χωρίς να κερδίζουν σχεδόν τίποτα από αυτά.

Μιλώντας για Φράγκους, διευκρινίζουμε, ότι την εποχή εκείνη Φράγκοι ονομάζονταν όλοι οι καθολικοί ηγεμόνες της Δύσης, Βέλγοι, Γάλλοι, Ιταλοί, εκτός των Ιταλών της Βενετίας, οι οποίοι αναφέρονταν με το εθνικό τους όνομα. Κατά τον ιστορικό Κόντογλου, ο Maconico, όπως όλοι οι Φράγκοι ευγενείς, ζούσε ήσυχος στον πύργο του, περιστοιχιζόμενος από την φράγκικη φρουρά του, ενώ οι Βιλλάνοι γύρω του καλλιεργούσαν τα κτήματα, τα εισοδήματα των οποίων παρέδιδαν σχεδόν εξ' ολοκλήρου στον Maconico.  Σε περίπτωση πολέμου ή εξέγερσης, κλεινόταν στο κάστρο μαζί με την φρουρά του και τους άλλους υπερασπιστές.

Το κάστρο ήταν πολύ ισχυρό και η στρατηγική του θέση του επέτρεπε να ελέγχει και να εξασφαλίζει την ελεύθερη διάβαση, από την περιοχή Μελιγαλά μέχρι την Κυπαρισσία. Η παλιά ονομασία του κάστρου, ίσως να ήταν Αγγελόκαστρο. Ήταν σύγχρονο του κάστρου της Ανδρούσας, η οποία τα χρόνια εκείνα ήταν, μετά την Καλαμάτα, η πιο αξιόλογη πόλη της Μεσσηνίας. Εντός του κάστρου και επί της κορυφής του βουνού υπήρχε μεγάλη δεξαμενή περισυλλογής ομβρίων υδάτων, η οποία σώζεται μέχρι σήμερα, για την ύδρευση του κάστρου σε περίπτωση αποκλεισμού του. Σε καθημερινή βάση, ο οικισμός υδρευόταν από την πηγή Μουτσιάρα των Καλλιγάδων, με φυσική ροή μέχρι το κάτω μέρος του οικισμού.

Ύψωμα "Παλαιόκαστρο"
Το Παλαιόκαστρο, αναφέρεται σαν κάστρο του Maconico, στους εξής ιστορικούς πίνακες:
α). Στο χωρογραφικό πίνακα -3- του βιβλίου του Karl Hopf, Ghroniques Greco-Romanes 1463 (σελ. 202), με την ονομασία "Mayayiado vel Maconico".
β). Στο χωρογραφικό πίνακα -5- του Groniques Greco-Romanes 1467 (σελ. 205-256), με την ονομασία "Maconico".
γ). Στο χωρογραφικό πίνακα -8- του βιβλίου του J. Buchon, Le Livre de la Conqueste dela Morce VIP 1471 (σελ. 64-65), με την ονομασία "Μonciniaco".

Από το κάστρο και τη μακρόχρονη κατοίκηση του Maconico στο σωζόμενο μέχρι σήμερα πύργο του, το χωριό μας πήρε την σημερινή, ιστορική, ονομασία του, με κάποιες βέβαια αλλοιώσεις.

Υπάρχουν, βέβαια, και άλλες απόψεις για την ονομασία του χωριού μας. Ο δάσκαλος Π. Τζανόπουλος, ο οποίος υπηρέτησε επί δεκαετία στο χωριό μας και ασχολήθηκε με την ιστορία και λαογραφία του, με πληροφόρησε ότι το χωριό ίσως πήρε την ονομασία του από τη λέξη «μάγγανο» ή «μαγγάνι» ή «μαγγανικό», όπως, κατά τα βυζαντινά χρόνια, ονομαζόταν η πολεμική μηχανή με την οποία πετούσαν μακριά λίθους (καταπέλτης-σφεντόνα). Τέτοια πολεμική μηχανή υπήρχε στο παλιό κάστρο του Μαγγανιακού για την αμυντική του προστασία. Ίσως να μην είναι άσχετο το γεγονός πως τους Μαγγανιακίτες, από τα πολύ παλιά χρόνια, τους αποκαλούσαν «σφεντονάδες».

Τρίτη τέλος άποψη είναι ότι το χωριό ίσως πήρε την ονομασία του από τα μεταλλεία μαγγανίου που υπήρχαν στην περιοχή Μαγγανιακού. Πράγματι, στη θέση Μεταλότρυπα, 1500 μέτρα περίπου νότια του χωριού, σώζονται ακόμα μικρές στοές (τρύπες) από τις οποίες γινόταν η εξόρυξη του μετάλλου. Η τρίτη αυτή άποψη, ήταν η επικρατέστερη κατά την δεκαετία του '50, και έτσι έγινε η διόρθωση της ορθογραφίας του ονόματος του χωριού, από Μαγκανιακό (με «γκ») σε Μαγγανιακό (με «γγ»). Κατά την γνώμη μου, η διόρθωση αυτή είναι λανθασμένη, και η από αιώνες γραφή του ονόματος του χωριού με «γκ» είναι η σωστή και ανταποκρίνεται στην ιστορική ονομασία του χωριού, από το παλιό κάστρο του Maconico.

Η πρώτη επίσημη ονομασία του χωριού μας βρίσκεται στους πίνακες Grimmani, στην απογραφή δηλαδή που έκαναν, επίσημα, οι Ενετοί το 1700 σε ολόκληρη σχεδόν την Πελοπόννησο. Απογραφές πληθυσμού έγιναν πολλές και διάφορες, από τους Φράγκους, τους Ενετούς, τους Τούρκους, όπως τα κατάστιχα των Τούρκων 1461-1463, απογραφή Corner 1682, απογραφή Grimmani 1700 και πολλές άλλες, όλες όμως ήταν γενικές και ελλιπείς, χωρίς να μας δίνουν συγκεκριμένες πληροφορίες για την οικονομική και δημογραφική κατάσταση της περιοχής μας. Η μόνη αξιόλογη, εκτός από την απογραφή Grimmani, είναι επίσης η απογραφή που έκανε το 1461-63 η οθωμανική διοίκηση στην Πελοπόννησο. Οι πίνακες της απογραφής αυτής βρίσκονται σήμερα στην Εθνική Βιβλιοθήκη Σόφιας «Κύριλλος και Μεθόδιος», και το αξιοσημείωτο της απογραφής αυτής για τον τόπο μας είναι ότι τα χωριά της Πελοποννήσου, την εποχή εκείνη, εμφανίζονται να είχαν πολλούς αλβανικής καταγωγής κατοίκους. Το αλβανικό αυτό στοιχείο το είχαν φέρει στην Πελοπόννησο, όπως αναφέρεται και στο πιο κάτω κεφάλαιο, οι Παλαιολόγοι του Μυστρά, για να ενισχύσουν το στρατό τους στους αγώνες τους κατά των Φράγκων και των Τούρκων.